Του Ιερέα Σωτηρίου Παπαδόπουλου
«Δεν ηξεύρω ποίας ιδέας, όταν βλέπεις υπό τους πόδας
σου εκείνους τους τρομερούς τυράννους. Όταν εξαρτάς ιδικό σου σπαθί
εις τον μηρόν σου. Όταν εμβαίνης εις τούτους τους ναούς, όπου πέρυσι
μεν ελατρεύετο η βδελυρά θρησκεία του Μωάμεθ και τώρα δε προσκυνείται
το όνομα του Υψίστου Θεού, υπερούσιος και αδιαίρετος, η Αγία
Τριάς, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός».
Τα παραπάνω δηλούν το τέλος του αγώνα των Ελλήνων
και βάζουν μινίστρο υπουργό θρησκείας σ’ ένα πλέον συγκροτημένο ελληνικό
κράτος τον Ιωσήφ από Ανδρούσης. Όμως, πώς φτάσαμε μέχρι σε αυτό το
σημείο; Τι προηγήθηκε και πόσο αίμα χύθηκε στο όνομα της ελευθερίας
αλλά και στο όνομα του Ιησού Χριστού, και ποίο ρόλο έπαιξε ο δικός
μας τόπος και το δικό μας μοναστήρι για τη διατήρηση της ακατάληπτης
αιώνιας θρυλικής ελληνικής φυλής, ελευθερίας και ορθόδοξης θρησκείας;
Από τους εκλεκτούς ρόλους που στολίζουν το πάνθεον
του επικού ξεσηκωμού, της εθνεγερσίας του 1821, παίζει η Ιερά και
σεβάσμια Μονή Δημιόβης, τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς και απαρχής η ιερά
Μονή μας στέκεται απέναντι από τον Τούρκο κατακτητή.
Από το 1570 η Δήμιοβα παίζει στρατηγικό ρόλο. Στο
αρχονταρίκι της Μονής ορκίζονται για άμεση επανάσταση οπλαρχηγοί
από τη Λακωνία, τη Μάνη και τα πισινοχώρια του Ταϋγέτου μαζί με αντιπροσωπεία
ευρωπαίων πρεσβευτών. Όμως, οι Ισπανοί έχουν αντιθέσεις με τους Σλάβους
τους οποίος προδίδουν και έτσι πνίγεται η επανάσταση. Η Μονή δεν
σταματά τη δράση της και κρατώντας τις υψηλές γνωριμίες της, εκλέγει
πατέρες της Μονής εις την υψηλοτέρα ιερατική τάξη του Αρχιερέως.
Αρχιεπίσκοποι εξελέγονται: ο Ιάκωβος, ο Θεοδώρητος και ο Παΐσιος.
Ο Θεοδώρητος ήτο πρωτοσύγκελος της ορθοδόξου εν
Βενετία επισκοπής και ο Παΐσιος διετέλεσε μέγας πρωτοσύγκελος
της μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Όμως, και άλλοι πολλοί
ιεράρχαι συνδέονται με την Ιερά Μονή την εποχή αύτη. Λόγου χάριν
ο Ευρίπου Γρηγόριος και ο Μαΐνης Δανιήλ.
Όλα αυτά μαρτυρούν τον αγώνα των πατέρων της Ιεράς
Μονής για τον άμεσο έλεγχο και πρόσβαση στα κέντρα αποφάσεων της τότε
εποχής. Τούτο το παραπάνω γεγονός ενοχλεί πολύ τους Τούρκους· και
την τραγικήν για τον Μοριά περίοδο της επανάστασης των Ορλωφικών,
η οποία πνίγηκα στο αίμα το 1769, η υψηλή πύλη δίνει εντολή και η
Τουρκαλβανική πολεμική μηχανή κατασφάζει την Πελοπόννησο, αρχής
γενομένης της Πάτρας. Η σφαγή ήτο τόσο μεγάλη σε έκταση ώστε απειλήθη
με εξαφανισμό όλη η Πελοπόννησος.
Το 1770 είναι και η σειρά της δικής
μας Μονής, που για τους Τουρκαλβανούς είναι ένα κόκκινο πανί. Αφού
την λεηλατούν εν συνεχεία την πυρπολούν. Η παράδοσή μας έχει διασώσει
και ένα θαύμα. Τα άγρια στίφη των Αλβανών που όρμησαν με τα ξίφη τους
εντός του Ιερού Ναού της Μονής, (για να ξεσκίσουν και να εκβάλουν τους
οφθαλμούς των αγίων και των πατέρων της Μονής) κατατροπώθηκε όταν
ο ηγούμενος και οι μοναχοί γονυπετείς μπρος στο εικόνισμα της Παναγιάς,
την παρακαλούσαν ψάλλοντας το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια».
Η εικών, ως σε αστραπή φώτισε τον τόπον όλον με αποτέλεσμα να τυφλώσει
τους Τουρκαλβανούς που δεν έβλεπαν ούτε να βγουν από τον Ιερό Ναό και
από τον φόβο τους και τον τρόμο τους εξαφανίστηκαν, και όχι μόνο άφησαν
όσα πράγματα είχαν πάρει και όσα είχαν ιδικά τους, ακόμα και τα όπλα
τους.
Άφησαν όμως πίσω τους κατεστραμμένα τα κελιά της Μονής
και τον πύργο του Ρήγα. Όμως και πάλι για μια φορά ακόμα, με τη συνδρομή
του χωριού, η Ιερά Μονή ανοικοδομήθηκε.
Όλα τα μοναστήρια βοήθησαν την Επανάσταση μα τούτο
εδώ όμως τα έδωσε όλα…παρασκεύαζε χιλιάδες μερίδες φαγητού και
είχε και χώρο για ιατροφαρμακευτική βοήθεια. Ο ιστοριογράφος
γράφει ως εξής: «…και έτρεχαν από τα πλησίον μέρη εις την χάρη της Δίμιοβας
και πάντες εθεραπεύοντο».
Ένα περιστατικό του Κώδικα του Μονής είναι και το εξής:
Επί ηγουμενεύοντος Παρθενίου μάκαρος, επήγε μία γυναίκα Γιαννιτζάνα
κλαίγοντας και του είπε ότι θ’ αποθάνουν τα παιδιά της από την πείνα,
και τον παρακαλούσε να κάνει κάτι για να την βοηθήσει.
Τότε της λέγει ο ηγούμενος: «Και ημείς οι καλόγεροι
και όλος ο κόσμος το ίδιο είμεθα (προπάντων ο αγών)». Εφώναξε του
σιτοαποθηκαρίου και του λέγει: «Υπάγεις εις τάς αποθήκας μήπως
και εύρεις λίγον σίτον να κυβερνήσει τα τέκνα της και αυτή;» Τότε εκείνος
του αποκρίνεται: «Χθες εκαθάρισα όλας τας αποθήκας». Επανερχόμενος
η ηγούμενος του λέγει: «Ύπαγε πάνω εις την αποθήκην του πύργου εις
καμίαν θυρίδα, εις καμίνα αγκωνήν να εύρης καμίαν χούφταν, να υπάγη
εις τον καλόν με την βοήθεια της Παναγιάς». Πηγαινόμενος λοιπόν επάνω
εις τον πύργον και ανοίγοντας την θύρα του πύργου, βλέπει να κινείται
ο σίτος και να εβγαίνη έξω. Εφώναξε του ηγουμένου, ο οποίος τρέχει
μαζί με τους πατέρες του μοναστηριού και τι να ίδουν; Βλέπουν τον πύργον
όλον γεμάτον σίτον και υπήγαν εις το εικόνισμα της Παναγιάς και την
ευχαρίστησαν.
Και καταλήγει ο ευσεβής χρονογράφος: «Ιδού θαύμα υπερφυές,
δόξα Θεοτόκε ημών δόξα σοι.». Και χόρτασαν και οι χωρικοί, και οι πατέρες,
και η Επανάσταση.
Και έφτασε η μέρα της λευτεριάς. Μα εύρε την Μονής
της Δημιόβης πτωχήν και εξηντλημένην, γιατί καθ’ όλην την προεπαναστατικήν
περίοδο ήτο ορμητήριον και καταφύγιον, η φωλέα των κλεφτών, των αρματωλών
μα και των προσκείμενω ει εν Βενετία ορθόδοξον Εκκλησίαν πρωτοσυγκελεύων
και ο Παΐσιος ήτο πρωτοσύγκελος εις το Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως
και φίλος του φιλικού μέλους από την Καλαμάτα ιατρού Κορνηλίου. Αλλά
και ο περίφημος κλέφτης καπετάν Ζαχαριάς Μπαρμπιτσιώτης που πολέμησε
εις το πλευρό της αυτού υψίστου μεγαλειότητος Υψηλάντου ήτο τρόφιμος
της Μονής μέχρι την 23-3-1821 (έναρξη Επαναστάσεως) όπου κατά την διακονίαν
του εις την Μονήν μαζί με τους καπεταναίους Αθανάσιον Δαγρέ και Γεώργιον
Καρύγιαννη (καταγόμενον εκ Γιαννίτσης) και τους ιερείς του χωριού
μας Θεόδωρο, Καλλίνικο και Παπα-καπετάν Γεώργιο Πολίτη και τους Καπετανάκηδες,
ως σταυραετοί στις άκρες των βράχων της Γιάννιτσας κατέτρωγαν τα
τούρκικα ασκέρια.
Στον ανέκδοτον Κώδικα της Μονής αναφέρεται σχεστικώς
το ακόλουθον περιστατικόν. «…Ο Γκονταμέτ από το 1800 έως το 1821 συνεχώς
οχλούσε την Μονήν βρέσκων αιτία ότι ήτο ορμητήριο κλεφτών». Μίαν ημέρα
εις την Μονήν, του λέγει ο ηγούμενος: «Γκονταμέτ Μπουλούμπαση, διατί
εις ημάς φέρεσαι ούτως; Εδώ οι κλέφτες δεν απολείπουν αλλά μόνο ημείς
οι καλόγεροι, τι ημπορούμεν να κάμωμεν;». Τότε ένας τουρκαλβανός
υπό τις εντολές του (Γκονταμέτ) δίδει ένα ράπισμα του ηγουμένου και
ενώ τον εχτύπησεν, ω! του θαύματος, πίπτει ο τούρκος αυτός καταγής εσκοτισμένος!
Αποτέλεσμα ήτο η έντρομος αποχώρησις του Γκονταμέτ μετά της συνοδείας
αυτού και να αφήσει ήσυχον το μοναστήριον. Ενώ ολίγον βραδύτερον,
εις σύγκρουσιν με τους κλέφτας, εβλήθη εις την κεφαλήν και κατέπεσεν
άπνους.
Η Ιερά Μονή Δημιόβης, ού μόνον προσέφερε τα πάντα,
αλλά εγένετο κυριολεκτικώς ολοκαύτωμα. Και στις μετέπειτα μάχες
με τον Κουταχή και τον Ιμπραήμ έδωσε και τους πατέρες της στην πρώτη
γραμμή του πολέμου, και όλα αυτά εις το όνομα της Ελληνικής Ελευθερίας.
Όσα γράφονται κατά καιρούς για τη στάση του Κλήρου
στα χρόνια της Εθνεγερσίας, οι όψιμοι κατήγοροι που ψευδολογούν κατά
του ορθοδόξου κλήρου, η Ιερά μας Μονή, όλους αυτούς, τους διαψεύδει.
Εμφανίζει κατά την πρώτη ελληνική κυβέρνηση την
παραδειγματική της τιμωρία, όπως και όλων των πρωταγωνιστών της Επαναστάσεως
(λόγου χάριν η φυλάκιση του Κολοκοτρώνη). Έτσι και η Μονή μας, έπειτα
από τον μακρόν βίον της και την προσφορά της εις τον Αγώνα κερδίζει, όπως
έπρεπε σ’ ένα αγωνιστή να κερδήση, και λαμβάνει ένα τιμητικό για
τις θυσίες της και τον αγώνα της Διάταγμα του 1834, όπου η Αυτού Αντιβασιλεία
της Ελλάδος αποφασίζει την διάλυση του μοναστηριού και πώληση σε
ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ όλων των κινητών αυτής πραγμάτων (ιερά άμφια, δισκοπότηρα,
κανδήλια, ευαγγέλια, εικόνες) μέχρι και τις πόρτες της Μονής εκποίησαν.
Ο Νικόλαος Πολίτης, άξιον τέκνον του χωριού μας γράφει:
«…Του αντρειωμένου τα ’ρματα δεν πρέπει να πουλιώνται, μόν’ πρέπει
τους την Εκκλησιά κ’ εκεί να λειτουργιώνται». Τούτο όμως άξιζε σε έναν
αγωνιστή, τούτο έλαβε. Το γεγονός αυτό είναι το ατράνταχτο στοιχείο
και μετάλλιο του αγώνα του Μοναστηριού και των χωρικών της Γιάννιτσας
εις τον Αγώνα της Εθνεγερσίας.
Αναδιμοσίευσηάρθρου από τα
Social Media
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου